Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009

Τα Ολυμπιακά Αγωνίσματα στην Αρχαία Ελλάδα



Το παλαιότερο και σημαντικότερο άθλημα των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν ο δρόμος. Ο νικητής του σταδίου δρόμου ήταν εκείνος που έδινε και το όνομά του στην Ολυμπιάδα. Στους αγώνες οι δρομείς έτρεχαν με γυμνά πόδια. Αρχικά φορούσαν και ένα περίζωμα, το οποίο όμως αργότερα καταργήθηκε. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες υπήρχαν τα παρακάτω είδη δρόμων: το στάδιο (που αντιστοιχεί στο σημερινό δρόμο των 200 μ.), ο δίαυλος (με διπλή διαδρομή του σταδίου, όσο δηλαδή σήμερα περίπου τα 400μ.), ο δόλιχος (δρόμος αντοχής) και ο οπλίτης (πρόκειται για δρόμο ταχύτητας, όπου ο δρομέας έτρεχε φορώντας χάλκινη αμυντική πανοπλία).
Το πένταθλο αποτελείτο από πέντε αγωνίσματα: το άλμα, το δρόμο, το ακόντιο, το δίσκο και την πάλη. Από τα αγωνίσματα αυτά τα τρία πρώτα θεωρούντο ελαφρά και τα δύο τελευταία βαρέα. Το άλμα, το ακόντιο και ο δίσκος αποτελούσαν αγωνίσματα μόνο του πεντάθλου, ενώ ο δρόμος και η πάλη διεξάγονταν και ξεχωριστά με δικό τους έπαθλο. Ο νικητής του πεντάθλου θεωρείτο και ο πιο σπουδαίος. Ωστόσο άγνωστος παραμένει ο τρόπος ανακήρυξης του πενταθλητή.
Στην Ολυμπία το άλμα αποτελούσε πάντα αγώνισμα του πεντάθλου, το οποίο γινόταν στο στάδιο, σε ένα τετράπλευρο σκάμμα μήκους 50 ποδιών (16 μ.), γεμάτο με μαλακό χώμα. Όπως και σήμερα, στη μία πλευρά του σκάμματος υπήρχε ο βατήρ, όπου πατούσαν οι αθλητές. Μετά το άλμα του αθλητή στο σημείο που ακουμπούσαν τα πόδια του, τοποθετούσαν το σημείον, για να ξεχωρίζει η επίδοσή του, την οποία μετρούσαν με ξύλινο κοντάρι, τον κανόνα. Κατά την εκτέλεση του άλματος οι αθλητές χρησιμοποιούσαν τους αλτήρες, λίθινα ή μολύβδινα βάρη προκειμένου να εξασφαλίσουν οι άλτες καλύτερη επίδοση. Το άλμα, το οποίο ήταν πάντα εις μήκος, πιθανόν να ήταν απλό, διπλό ή και τριπλό. Σύμφωνα με μαρτυρίες που υπάρχουν, κατά τη διεξαγωγή του άλματος παιζόταν αυλός, και η μουσική βοηθούσε καλύτερα τον άλτη να αποκτήσει ρυθμό στις κινήσεις του.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες ο δίσκος εισήχθη το 632 π.Χ. και αποτελούσε πάντα αγώνισμα του πεντάθλου. Οι δίσκοι που χρησιμοποιούσαν οι δισκοβόλοι αρχικά ήταν λίθινοι, αργότερα όμως ήταν από χαλκό, μολύβι ή σίδερο. Όπως και σήμερα ήταν στρογγυλοί. Όπως φαίνεται σε διάφορες παραστάσεις αγγείων αλλά και αγαλμάτων (δισκοβόλος του Μύρωνα), ο τρόπος που έριχναν το δίσκο δεν διέφερε από το σημερινό. Οι επιδόσεις των δισκοβόλων σημειώνονταν με πασσάλους ή καρφιά, τα σημεία, και έπειτα μετρούσαν το μήκος της ρίψης με κοντάρι ή με σχοινί.
Από τα πιο αγαπημένα αγωνίσματα στην αρχαία Ελλάδα ήταν η πάλη. Υπήρχαν δύο είδη πάλης : η ορθία πάλη ή ορθοπάλη ή σταδαία πάλη και η αλίνδησις ή κύλισις ή κάτω πάλη. Στην πρώτη αρκούσε ο παλαιστής να ρίξει κάτω τον αντίπαλό του τρεις φορές (οπότε λεγόταν τριακτήρ). Στη δεύτερη μετά την πτώση εξακολουθούσε ο αγώνας μέχρι ο ένας εκ των δύο αντιπάλων να παραδεχτεί την ήττα του, να κάνει δηλαδή την κίνηση του απαγορεύειν (ύψωνε το ένα ή τα δύο δάχτυλα του ενός χεριού). Ο ορισμός των αντιπάλων κατά (5 έως 8) ζεύγη γινόταν με κλήρο. Οι αθλητές της πάλης αγωνίζονταν με το σώμα αλειμμένο με λάδι, γυμνοί μέσα στο σκάμμα.Αρκετές παραστάσεις σε αγγεία μας δίνουν πολλές λεπτομέρειες για την εκτέλεση του αθλήματος, που όπως φαίνεται δεν διέφερε πολύ από το σημερινό.
Αγώνισμα που επίσης θεωρείται από τα παλαιότερα είναι και η πυγμαχία. Οι αντίπαλοι αγωνίζονταν έως ότου ο ένας από τους δύο πέσει αναίσθητος ή παραδεχτεί την ήττα του. Και στη πυγμή, όπως και στην πάλη, τα ζεύγη των πυκτών καθορίζονταν με κλήρο. Σε παραστάσεις αγγείων που απεικονίζουν σκηνές πυγμαχίας φαίνεται ότι οι αντίπαλοι στέκονταν αντιμέτωποι με το αριστερό πόδι μπροστά και λυγισμένο το δεξί. Τα χτυπήματα γίνονταν κυρίως στο κεφάλι και το πρόσωπο. Δεν υπήρχε χρονικός περιορισμός στη διάρκεια του αγώνα, και οι αθλητές αγωνίζονταν μέχρις ότου ο ένας από τους δύο αθλητές αναγκαστεί να απαγορεύσει, να παραδεχτεί δηλαδή την ήττα του ή να πέσει αναίσθητος.
Άλλα σημαντικά και θεαματικά αγωνίσματα ήταν το παγκράτιο (συνδυασμός πυγμής και πάλης), οι αρματοδρομίες και τα ιππικά αγωνίσματα.


Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2009

Μνημεία της Αρχαίας Ολυμπίας

Το αρχαίο γυμνάσιο της Ολυμπίας οικοδομήθηκε στον επίπεδο χώρο βορειοδυτικά της Άλτεως, δίπλα στην κοίτη του ποταμού Κλαδέου. Πρόκειται για μεγάλο περίκλειστο μακρόστενο κτίσμα, με ευρύχωρη αυλή στο κέντρο και δωρικές στοές στις τέσσερις πλευρές του. Εξυπηρετούσε τις προπονήσεις των αθλητών στα αγωνίσματα δρόμου και στο πένταθλο, που παλαιότερα γίνονταν στον ίδιο χώρο, αλλά στην ύπαιθρο.

Η παλαίστρα βρίσκεται δυτικά της Άλτεως, έξω από τον ιερό περίβολο και πολύ κοντά στον ποταμό Κλαδέο. Πρόκειται για σχεδόν τετράγωνο κτήριο, κτισμένο σε χαμηλότερο επίπεδο από το γυμνάσιο. Στο κέντρο του βρίσκεται μία υπαίθρια περίστυλη αυλή, στρωμένη με λεπτή άμμο και γύρω από την αυλή αναπτύσσονταν στεγασμένα δωμάτια διαφόρων διαστάσεων. Χρησίμευε για την προπόνηση των αθλητών στην πυγμή, στην πάλη και στο άλμα.


Το στάδιο της Ολυμπίας είναι ο χώρος όπου τελούνταν οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες. Ο στίβος του σταδίου έχει μήκος 212,54 μ. και πλάτος 30 περίπου μ. Στο νότιο πρανές του σταδίου υπάρχει η εξέδρα των Ελλανοδικών και απέναντι, στο βόρειο πρανές, ο βωμός της Δήμητρας Χαμύνης, όπου καθόταν η ιέρεια της θεάς, η μοναδική γυναίκα που επιτρεπόταν να παρακολουθήσει τους αγώνες. Υπολογίζεται ότι το στάδιο χωρούσε περίπου 45.000 θεατές, ωστόσο δεν απέκτησε ποτέ λίθινα καθίσματα και οι θεατές κάθονταν κατά γης. Ελάχιστα λίθινα καθίσματα υπήρχαν μόνο για τους επισήμους. Στα τέλη του 3ου αι. π.Χ. κατασκευάσθηκε η μνημειακή είσοδος του σταδίου, η λεγόμενη Κρυπτή, μία λίθινη καμαροσκεπής στοά μήκους 32 μ., από την οποία έμπαιναν στο στάδιο οι αθλητές.
Άλλα σημαντικά μνημεία που υπάρχουν στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας είναι ο ναός της Ήρας, (που αφιερώθηκε στο ιερό της Ολυμπίας από τους κατοίκους του Σκιλλούντα, αρχαίας πόλης της Ηλείας), το εργαστήριο του Φειδία. (όπου ο μεγάλος γλύπτης της αρχαιότητας φιλοτέχνησε το τεράστιο χρυσελεφάντινο άγαλμα του θεού, το οποίο ήταν ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου), το βουλευτήριο (όπου ήταν η έδρα της βουλής των Ηλείων, τα μέλη της οποίας είχαν την ευθύνη για τη διοργάνωση των αγώνων, πιθανότατα και των Ελλανοδικών, των κριτών των αγώνων) και το Πρυτανείο (όπου ήταν η έδρα των πρυτάνεων, αξιωματούχων του ιερού και υπευθύνων για τις θυσίες στους βωμούς των θεών, που γίνονταν μία φορά κάθε μήνα).


Αθλητικοί Αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα


Οι αθλητικοί αγώνες αποτέλεσαν έναν από τους πιο ενδιαφέροντες και πολυσύνθετους θεσμούς στην αρχαία Ελλάδα. Μετά την μυκηναϊκή εποχή δημιουργήθηκαν αγώνες όπως ήταν τα ``Ολύμπια΄΄ , τα ``Πύθια΄΄, τα ``Ίσθμια΄΄ και τα ``Νέμεα΄΄ στη Νεμέα. Στους αγώνες αυτούς, οι αθλητές κρίνονταν από επιτροπή κριτών, τους περίφημους ελλανοδίκες.


Τα Πύθια ονομάστηκαν έτσι προς τιμήν του θεού Απόλλωνα που σκότωσε τον Πύθωνα που τρομοκρατούσε τους κατοίκους των Δελφών. Τα Πύθια ετελούντο κάθε 4 έτη. Ήταν εορτή προς τιμήν του θεού Απόλλωνα στους Δελφούς και περιλάμβαναν κατά σειρά: ιεροτελεστίες, μουσικούς αγώνες, γυμνικούς αγώνες ανδρών και παίδων και ιππικούς αγώνες. Έπαθλο των νικητών ήταν ένα δάφνινο στεφάνι (η δάφνη ήταν το ιερό δένδρο του Απόλλωνα).


Τα Νέμεα ξεκίνησαν το 1251 π.Χ. και έκτοτε ετελούντο κάθε 2 έτη (τον Ιούλιο, στο τέλος του 1ου και 3ου έτους κάθε Ολυμπιάδος) προς τιμήν του θεού Δία. Τα Νέμεα ήταν ταφικοί αγώνες προς τιμήν των ``Επτά επί Θήβας΄΄. Αυτοί ήταν οι 6 Πελοποννήσιοι βασιλείς που εκστράτευσαν μαζί με τον Πολυνείκη εναντίον του αδελφού του Ετεοκλή στην Θήβα. Για αυτόν το λόγο οι ελλανοδίκες φορούσαν πένθιμο ένδυμα. Οι αθλητές κρίνονταν από 10 ελλανοδίκες και έπαθλο τους ήταν ένα στεφάνι από αγριοσέληνο.


Τα Ίσθμια καθιερώθηκαν το 581 π.Χ (άρχισαν, όμως, νωρίτερα) και ετελούντο κάθε 2 έτη (στα τέλη Απριλίου, στο τέλος του 2ου και 4ου έτους κάθε Ολυμπιάδος) προς τιμήν του θεού Ποσειδώνα. Γι’ αυτό η περιοχή του Ισθμού είναι γνωστή και ως Ποσειδωνία. Στα Ίσθμια επινοήθηκε κάτι εκπληκτικό. Για τους δρομείς υπήρχε μια επισκόπηση αφετηρίας που αποτελείτο από 16 εισόδους και με σκοινιά τοποθετημένα σε τριγωνικό λιθόστρωτο γινόταν δίκαιη εκκίνηση των δρομέων!!! Σήμερα στους αγώνες δρόμου δεν υπάρχει ανάλογο σύστημα και οι αγώνες μπορεί να σταματήσουν αμέσως μετά την εκκίνησή τους, ακόμα και 3 φορές! Τα Ίσθμια γίνονταν στο αθλητικό κέντρο κοντά στο ιερό του Ποσειδώνα. Περιλάμβαναν ρητορικούς, ζωγραφικούς, μουσικούς, γυμνικούς και ιππικούς αγώνες. Επίσης περιλάμβαναν αρματοδρομίες, πένταθλον, πάλη, παγκράτιον, καθώς και αγώνες μεταξύ πλοίων!!! Σε όλους τους αγώνες οι νικητές δέχονταν μεγάλες τιμές από την πόλη τους και τα ονόματά τους παρέμεναν στην αιωνιότητα. Ο ποιητής Πίνδαρος αναφέρεται στον ισθμιονίκη Λέανδρο που τον στεφάνωσαν με στεφάνι μυρτιάς.


Οι γνωστότεροι αγώνες ήταν οι ολυμπιακοί, τα Ολύμπια, που ετελούντο κάθε 4 χρόνια κατά τη διάρκεια των πιο ζεστών ημερών του καλοκαιριού, προς τιμήν του βασιλιά των θεών Δία. Κατά την ελληνική μυθολογία ο ιδρυτής των Ολυμπίων ήταν ο Ηρακλής. Τα Ολύμπια ξεκίνησαν στην Ολυμπία της Ηλείας τον 13ο αιώνα π.Χ και όχι το 776 π.Χ. όπως λανθασμένα λένε ακόμα και οι σύγχρονοι Έλληνες!!! Απλώς από το 776 π.Χ άρχισε η καταγραφή των ολυμπιακών αγώνων. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αρχαιότητας περιλάμβαναν ένα σημαντικό αριθμό αγωνισμάτων. Πολλά από αυτά είναι πρόγονοι των σύγχρονων ολυμπιακών αθλημάτων και είχαν όρους και κανόνες όχι άγνωστους στους σύγχρονους αθλητές. Τα αρχαία ολυμπιακά αγωνίσματα ήταν τα εξής: Αγώνες κηρύκων και σαλπιγκτών, Ακόντιο, Άλμα, Δίσκος, Δρόμος, Ιππικά αγωνίσματα, Παγκράτιο, Πάλη, Πένταθλο, Πυγμαχία. Οι αθλητές αγωνίζονταν για τη δόξα, μια και μοναδικό έπαθλο ήταν ένα στεφάνι από κλαδί αγριελιάς, από το ιερό δέντρο της Ολυμπίας.


Στην Αρχαία Ελλάδα κήρυτταν εκεχειρία για την τέλεση των αγώνων, οι οποίοι, ενώ αρχικά είχαν διάρκεια ενός μηνός, τελικά διαρκούσαν τρεις μήνες. Κατά την περίοδο αυτή σταματούσαν προσωρινά οι πόλεμοι, αναστέλλονταν οι θανατικές κατάδικες και απαγορευόταν να εισέρχονται στο έδαφος των Ηλείων ένοπλοι άνδρες. Για τους ίδιους τους Έλληνες ιδιαίτερα, οι αγώνες αποτελούσαν μια πανελλήνια σύναξη, η οποία δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί σε πολιτικό ή οικονομικό επίπεδο αλλά μπορούσε να υποδηλωθεί στον τομέα της ευγενούς άμιλλας, στον αθλητισμό. Φαίνεται ότι αν και τις ελληνικές Πόλεις τις χώριζαν πάρα πολλά, τα στοιχεία που τις ένωναν ήταν ο πολιτισμός και ιδιαίτερα η κοινή γλώσσα, η θρησκεία και οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Το πόση μεγάλη σημασία, άλλωστε, έδιναν οι Αρχαίοι Έλληνες στους αγώνες αυτούς διαφαίνεται και μέσα από απεικονίσεις αθλητών πάνω σε αγγεία ή από αγάλματα της Κλασικής Εποχής όπου διακρίνονται δρομείς, άλτες, ηνίοχοι, δισκοβόλοι, ακοντιστές, παλαιστές και πυγμάχοι.